Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2016

Μάρκος Μπότσαρης ο αετός του Σουλίου-Η παραμονή του στο Πωγωνι (1813-1820)

Του Θανάση Δέμου

«Σάραντα κλέφτες ήμασταν, Μάρκο μωρέ Μπότσιαρη, 
σαρανταδυό νομάτοι, Μάρκο Μπότσιαρη Σουλιώτη.
Όλοι έναν όρκο κάμαμε μωρέ Μπότσιαρη, 
στο Άγιο το Βαγγέλιο, Μάρκο Μπότσιαρη Σουλιώτη.
Ποιός αρρωστήσει από τ’ εμάς, Μάρκο μωρέ Μπότσιαρη, 
όλοι να τον κοιτάξουν, Μάρκο Μπότσιαρη Σουλιώτη.

Μάρκος Μπότσαρης:πίνακας του Θεόφιλου
Αρχίζω την αναφορά μου στον αετό του Σουλίου, Μάρκο Μπότσαρη, με τους στίχους αυτούς παρμένους από έναν ολόκληρο κύκλο τραγουδιών που έχουν σχέση με τους Μποτσαραίους και που εδημιούργησε η Μούσα των Κακολακκιτών στα ολονύχτια γλέντια γόμων και πανηγυριών, για να φανεί η ζωντανή παρουσία του μεγάλου και αγνού ήρωα της Εθνεγερσίας στο χώρο αυτό μέχρι τις ημέρες μας.

Εάν οι άλλοι Έλληνες τον θαυμάζουν για τον ηρωισμό του και το άδολο του χαρακτήρα του οι Κακολακκίτες και τα γύρω χωριά διατηρούν την ανάμνηση του σαν να πρόκειται για δικό τους άνθρωπο. Παρά τα 174 χρόνια που πέρασαν από την ημέρα που έφευγε από τον Κακόλακκο για να πάρει μέρος στο μεγάλο αγώνα, η παρουσία του στο χώρο αυτό είναι αισθητή, ζωντανή και εξακολουθεί να ζει στις καρδιές όλων.

Φυσικά δεν θα ασχοληθούμε εδώ με την όλη δράση και την προσφορά του ήρωα στην πατρίδα και το Έθνος. Για το θέμα αυτό γράφτηκαν τόμοι ολόκληροι. Σε γενικές γραμμές είναι γνωστά.
Εδώ θα ασχοληθούμε κυρίως με όσα έχουν σχέση με την παραμονή του στο Πωγώνι κα ιδιαίτερα στον Κακόλακκο.

Είναι γνωστό ότι μετά την καταστροφή του Σουλίου και τα διαδραματισθέντα στους βράχους του Ζαλόγγου, οι Τουρκαλβανοί του Αλή πασά πολιόρκησαν τους Μποτσαραίους στο Μοναστήρι του Σέλτσου στα Άγραφα, όπου είχαν καταφύγει. Τον Απρίλιο του 1804, έπειτα από σκληρό αγώνα 4 μηνών πέρασαν με τα γιαταγάνια ανάμεσα από τις εχθρικές γραμμές και έφθασαν στην Πάργα και από εκεί στην Κέρκυρα. Τα γυναικόπαιδα αιχμαλωτίστηκαν. Ανάμεσά τους και η οικογένεια του Κίτσου Μπότσαρη, εκτός από το γιό του Μάρκο, ο οποίος έφθασε στην Πάργα.

Ο σατράπης της Ηπείρου, στην αντιμετώπιση των ισχυρών αντιπάλων του, χρησιμοποιούσε δύο μεθόδους. Ο ένας ήταν ο πόλεμος και ο εξολοθρεμός. Όταν όμως έβλεπε ότι ο τρόπος αυτός δεν ωφελεί, χρησιμοποιούσε το δόλο και την πονηριά...
Στην προκειμένη περίπτωση, με ανθρώπους του, άρχισε να καλοπιάνει τον Κίτσο και το Μάρκο Μπότσαρη, χρησιμοποιώντας και την απειλή για την αιχμάλωτη οικογένειά του. Ήθελε να τους έχει με το μέρος του σε ενδεχόμενη σύγκρουση με τους Σουλιώτες, αλλά και εναντίον του Σουλτάνου.
Έβλεπε καθαρά ότι γρήγορα θα του κηρύξει τον πόλεμο ο Σουλτάνος, επειδή ο Αλής ήθελε να δημιουργήσει ανεξάρτητο κράτος, πράγμα που έγινε το 1820.
Εμήνυσε τότε στον Κίτσο Μπότσαρη ότι, εάν προσέλθει θα τον περιποιηθεί περισσότερο από κάθε άλλον, γιατί γνωρίζει την αξία του. Ο Αντιναύαρχος Δημήτριος Οικονόμου γιός της Αναστασίας, εγγονής του Κώστα Μπότσαρη, αδελφού του Μάρκου γράφει: 
«Εάν δεν προσήρχετο, τον ηπείλει, ότι τους μεν άρρενας της οικογένειάς του, την οποίαν εκράτει αιχμάλωτον, θα περάση άπαντας εν στόματι μαχαίρας, τα δε θήλεα θα υπανδρεύση με γύφτους».
Μπροστά σ’ αυτό το δίλημμα ο Κίτσος αποφάσισε να έλθει στα Γιάννενα, αφήνοντας αρχικά το γιό του Μάρκο στην Κέρκυρα. «Ο Αλή Πασάς εδέχθη αυτόν με πολλές τιμές και περιποιήσεις, εδώρησε δε σ’ αυτόν υποστατικόν αξιόλογον, τον Κακόλακκον της επαρχίας Πωγωνίου και τον υποχρέωσε να μεταφέρει σύμπασαν την οικογένειάν του, δηλαδή και το Μάρκο από την Κέρκυρα. Του παραχώρησε πολυτελή κατοικία, του διέθεσε τον πύργο του Κουρτπασά στο Παλιοχώρι, πάνω από τον Κακόλακκο».
Ο Κακόλακκος υπήρξε κατά καιρούς έδρα του Μουτεσελίμη (=Διοικητή) της Παλαιός Πωγωνιανής κατά τα χρονικά διαστήματα από της κατακτήσε- ως μέχρι το 1788, από το 1820 μέχρι το 1828 και από το 1829 μέχρι το 1847, όταν πυρπολήθηκε το Διοικητήριο από το λήσταρχο Γκιωλέκα. [1] Από το 1847 και μετά πρωτεύουσα του Πωγωνίου ήταν η Βοστίνα, που κατόπιν ονομάστηκε Πωγωνιανή (1927).

Εδωσε λοιπόν εντολή ο Αλής στο Γεώργιο Παπαγιάννη από τη Σωπική να επισκευάσει τον Πύργο και υποχρέωσε, όπως είπαμε, τον Κίτσο Μπότσαρη να φέρει όλη την οικογένειά του στον Κακόλακκο. Αργότερα κάποιο διάστημα ήρθε και ο αδελφός του Νότης Μπότσαρης. Όλα αυτά έγιναν το 1812.

Τον επόμενο χρόνο 1813 ο Αλής έστησε την εξής καταχθόνια παγίδα στον Κίτσιο Μπότσαρη: 
Το αρματωλίκι Ραδοβιζίου (περιοχή Βουλγαρελίου Αρτας) το είχε παλαιότερα ο πατέρας του Γεώργιος Μπότσαρης. Επειτα από την καταστροφή του Σουλίου ο Αλής το παραχώρησε στο Γώγο Μπακόλα. Με δόλιο τρόπο διέδωσε τώρα ότι θα το δώσει στον Κίτσο, μετά τη συμφιλιώσή τους. Έτσι του έδωσε άδεια να πάει στο Βουλγαρέλι να τακτοποιήσει τα σχετικά, στέλνοντας παράλληλα σχετικό μήνυμα στον Μπακόλα για την εξόντωση του Κίτσου. Έτσι μόλις έφθασε στο Βουλγαρέλι ο Κίτσος, τον δολοφόνησε άνανδρα ο Γώγος Μπακόλας τον Ιανουάριο του 1813.

Στον αδελφό του Νότη και στα παιδιά του Κίτσου ο Αλή πασάς προσποιόνταν ότι δεν γνωρίζει τους δολοφόνους και ότι κατέβαλε προσπάθεια για την ανακάλυψή τους!...
Μετά τη δολοφονία του πατέρα του ο Μάρκος με την από δεύτερο γάμο ατομική του οικογένεια, τη σύζυγό του Χρυσούλα, κόρη του αρματωλού της Πρέβεζας Χρηστάκη Καλογήρου και τις δύο κόρες του (στον Κακόλακκο απέκτησε και ένα γιό το Δημήτριο), εγκαταστάθηκε στον Κακόλακκο.

Ο Σπυρίδων Π. Αραβαντινός γράφει: 
«Την οικογένειαν του δολοφονηθέντος Κίτσου εγκατέστησεν ο Αλής εις το χωρίον Κακόλακκος του Πωγωνίου, παραχωρήσας αυτώ και την επικαρπίαν του χωρίου τούτου, εκεί δέ διέμεινε μέχρι της πολιορκίας του Αλή και ο υιός του Κίτσου, ο περίδοξος Μάρκος Μπότσαρης. Ο δε αδελφός αυτού Κώστας Μπότσαρης υπηρετεί παρά τω Αλή, από την εποχή κατά την οποίαν ηχμαλωτίσθη εν Βουλγαρελίω».
Βέβαια ο Μάρκος εδώ είχε το αξίωμα του Μουτεσελίμη (=Διοικητή) του Πωγωνίου. Κατά το διάστημα της παραμονής του στον Κακόλακκο ο Αλή πασάς παραθέριζε στο Μπιτσικόπουλο, όπου είχε κατασκευάσει μεγαλοπρεπέστατο ανάκτορο θερινό στο οποίο μετέφερε, με τεράστιες δαπάνες, νερό από τη γνωστή κρυσταλλένια πηγή Μπιτσικόπουλου.
Ο Μάρκος ζούσε ήσυχα για να μη διεγείρει την οργή του Αλή τον οποίο «κυριολεκτικώς δεν εχώνευε» και περίμενε την κατάλληλη στιγμή να τον εκδικηθεί για όσα έπραξε κατά των Σουλιωτών.

Η πίστη του Μάρκου στη θρησκεία μας εκδηλώνονταν με πολλούς τρόπους: Με έξοδά του κατασκεύασε το εικονοστάσιο της Κεντρικής Εκκλησίας του Κακολάκκου. Το γιό του που γεννήθηκε εδώ ονόμασε Δημήτριο, επειδή η Εκκλησία είναι φερώνυμος του Αγίου Δημητρίου.
Οι κάτοικοι όχι μόνον του Κακολάκκου, αλλά και των γύρω χωριών, αγαπούσαν και εκτιμούσαν το Μάρκο. Διηγούνται ότι την εποχή εκείνη φιλονικούσαν με φανατισμό οι Σταυροσκιαδίτες και οι Κακολακκίτες για τα σύνορα του χωριού τους. Μια μέρα άνδρες, γυναίκες και παιδιά έτρεχαν στο διαφιλονικούμενο σημείο για να λύσουν τη διαφορά τους με τα χέρια. Τότε ο επιβλητικός Μάρκος πήγε στον τόπο της φιλονικίας και χωρίς να ζητήσει τη συγκατάθεσή τους είπε: «Εδώ είναι τα σύνορα». Την απόφαση του Μάρκου τη σεβάστηκαν οι αντιμαχόμενοι χωρίς αντιρρήσεις και από τότε τα όρια Κακολάκκου και Σταυροσκιαδίου παραμένουν άθικτα μέχρι σήμερα.

Για λόγους ασφαλείας, σπάνια έμενε στον πύργο που του πρόσφερε ο Αλής. Εμενε κυρίως σε ένα μικρό σπίτι μέσα στον Κακόλακκο. Αργότερα στη θέση αυτή χτίστηκε το διοικητήριο του Μουτεσελίμη, που, όπως είπαμε, πυρπολήθηκε από το Γκιωλέκα το 1847. Στη θέση αυτή βρίσκεται σήμερα η οικία Παπαδημητρίου.

Στην αρχή, στο διάστημα που επισκευάζονταν η κούλια (ο πύργος) [2] στον Κακόλακκο, ο Μάρκος παρέμεινε στη Βήσσανη. Εκεί γνωρίστηκε και συνδέθηκε φιλικά με τον Τάσιο Τόλη και έγιναν μάλιστα και βλάμηδες δηλ. αδελφοποιητοί, όπως ήταν συνήθεια τότε. Αργότερα στο διάστημα της διαμονής του στον Κακόλακκο, επισκέπτονταν τακτικά το φίλο του στη Βήσσανη και παράλληλα επισκέπτονταν και το αρχοντικό της οικογένειας Βράγκαλη.

Εδώ ευρισκόμενος ο Μάρκος μυήθηκε πολύ νωρίς στη Φιλική Εταιρεία. Με ανθρώπους του έρχονταν σε επικοινωνία με στελέχη της Εταιρείας που ήταν στα Γιάννενα. Ακόμη και στο περιβάλλον του Αλή πασά είχε κατορθώσει να απλώσει τα δίχτυα της η Εθνοσωτήρια εκείνη Εταιρεία. Ετσι ήταν έτοιμος, όταν θα άκουγε το Εθνεγερτήριο σάλπισμα να τρέξει στη φωνή της Πατρίδας.

Και η ώρα ήρθε το καλοκαίρι του 1820. Τότε ο Σουλτάνος εκήρυξε τον Αλή πασά επαναστάτη και έστειλε τον Ισμαήλ πασά με μεγάλη στρατιωτική δύναμη στα Γιάννενα για να υποτάξει τον Αλή πασά. Ο Μάρκος συννενοήθηκε με τους άλλους Σουλιώτες και εθεώρησαν κατάλληλη την ευκαιρία να ανακτήσουν το αγαπημένο τους Σούλι.
Ο Μάρκος μαζί με το Νότη Μπότσαρη συγκέντρωσαν και όσους Κακολακκίτες μπορούσαν να φέρουν όπλα και ξεκίνησαν. Έτρεξαν τότε και αρκετοί από τα γύρω χωριά. Με όλους αυτούς ξεκίνησε ο Μάρκος από τον Κακόλακκο και πήγε στη Βήσσανη.
Εκεί έγινε δεκτός απο το στενό φίλο του Τάσιο Τόλη με μεγάλες τιμές. Φιλοξενήθηκε στο σπίτι του, ενώ οι άλλοι σε διάφορα άλλα σπίτια. Την άλλη ημέρα ο Μάρκος με όλη την ακολουθία του, στην οποία προστέθηκαν και μερικοί Βησσανιώτες, αναχώρησαν για το μεγάλο αγώνα. 

Από τη Βήσσανη κατευθύνθηκε προς τη Σαντοβίτσα (σημ. Μάρμαρα) για να συναντηθεί με τους άλλους Σουλιώτες καπεταναίους που ήρθαν από τα επτάνησα. Οι αγώνες του Μάρκου και τις οικογένειάς του από εδώ και πέρα είναι ατελείωτοι και δεν είναι δυνατό να ομιλήσομε εδώ για όλα αυτά. Επιβάλλεται όμως να αναφέρομε και να τονίσομε ένα περιστατικό, από το οποίο φαίνεται ο άδολος χαρακτήρας του και η αγνότητα των αγώνων του για την πατρίδα. Συγχρόνως έδωσε και το ωραιότερο δίδαγμα για τις μέλλουσες γενεές των Ελλήνων. Τον Αύγουστο του 1823 οι οπλαρχηγοί φιλονικούσαν για τα πρωτεία και υπήρχε δυσαρέσκεια κατά της κυβερνήσεως Μαυροκορδάτου, επειδή πίστευαν ότι αδικήθηκαν στην απονομή διπλωμάτων.
Ανάμεσα σ’ εκείνες τις μικρότητες υψώθηκε σαν αστέρι ολόφωτο η μορφή του Μάρκου Μπότσαρη. Την ώρα που οι άλλοι φιλονικούσαν και διαμαρτύρονταν, πήρε το δίπλωμά του, το ασπάστηκε σε ένδειξη σεβασμού προς την Κυβέρνηση, και το έσκισε ενώπιον όλων λέγοντας: 
« Οποιος είναι άξιος, παίρνει δίπλωμα αρχηστρατηγίας μεθαύριο ενώπιον του εχθρού». 
Και ξεκίνησε με τους άνδρες του να αντιμετωπίσει τον Τζελαλεδίν μπεη στο Καρπενήσι. Τη νύχτα της 8ης προς την 9η Αυγούστου 1823 έπεσε μαχόμενος σα λιοντάρι στην πρώτη γραμμή.

Ο αετός του Σουλίου έπεσε και το πέσιμο ήταν βαρύ. Συγκλόνισε την Ελλάδα, αλλά και έγινε αισθητό στην Ευρώπη και ακόμη πιο πέρα στη χώρα του Ουάσιγκτων. Γιατί είναι ο μόνος ήρωας που τιμήθηκε από ευρωπαϊκά κράτη δίνοντας το όνομά του σε δρόμους και πλατείες, καθώς και στις ΗΠΑ.
Το μήνυμα που άφησε στις επερχόμενες γενεές των Ελλήνων είναι: Να παραμερίζουν τις οποιεσδήποτε προσωπικές φιλοδοξίες, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ματαιοδοξίες χωρίς κανένα νόημα, όταν διακυβεύονται τα συμφέροντα του τόπου. Η ματαιοδοξία κάποιων για πρωτεία πολλές φορές έφεραν συμφορές μεγάλες στον τόπο.

Η περιοχή μας πρέπει να μνημονεύει πάντοτε με καύχημα την παραμονή της οικογένειας Μάρκου Μπότσαρη στον Κακόλακκο. Η γνώση της ιστορίας τού τόπου κατευθύνει πάντοτε τα βήματα των επερχόμενων γενεών.
Από τη σκέψη αυτή ορμώμενη η Κοινότητα Κακολάκκου έκαμε το καθήκον της και απέναντι στους Μποτσαραίους, αλλά και απέναντι στις επερχόμενες γενεές το 1973. Ηταν η χρονιά που συμπληρώθηκαν 150 χρόνια από τον ηρωικό θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη.
Τότε η κοινότητα Κακολάκκου με τη βοήθεια του απογόνου των Μποτσαραίων Δημητρίου Νότη Μπότσαρη (85 ετών τότε), έστησαν στο κέντρο του χωριού μνημείο με εγχάρακτα κεφαλαία γράμματα με επικεφαλίδα:
ΣΟΥΛΙ-ΚΑΚΟΛΑΚΚΟΣ «Εδώ, πρωτεύουσαν Πωγωνίου μέχρι 1847 –Πύργος Κούρτ Πασά – έδρασεν ως Διοικητής (1815-1820) ο Αετός του Σουλίου Μάρκος Μπότσαρης (1790-9/8/1823). Απ εδώ εξεκίνησε δι Ιωάννινα , Σούλι και τον Ιερό Αγώνα του 1821.Εδώ ο Νότης Μπότσαρης (1756-21/10/1841)με Σουλιωτοκακκολακίτας κατήγαγε νίκην».

Ανέφερα στην αρχή μερικούς στίχους από μια σειρά άλλων τραγουδιών που είναι αυθόρμητα δημιουργήματα της λαϊκής Μούσας που εκφράζει τα συναισθήματα που κυριάρχησαν για δεκαετίες στους απογόνους των ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα της εποχής των Μποτσαραίων.
Γιατί στα 170 χρόνια που πέρασαν ήταν ολοζώντανη η παρουσία τους στο χώρο αυτό. Αυτή η παρουσία θα πρέπει να εξακολουθήσει να υπάρχει και στις μέλλουσες γενεές. Αυτό το νόημα έχει και η σύντομη αυτή παρουσίαση: Να συμβάλει όσο γίνεται στην κατεύθυνση αυτή.

Πηγή: "Πωγωνιακά Χρονικά"-Τόμος 1 [ΠΩΓΩΝΗΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Νο 4]

[2] Η λέξη ¨κούλια¨ εμφανίζεται στην Τουρκοκρατία και απαντάται σε άλλα μέρη ως ¨κουλές-γουλές¨ , προέρχεται απ’ την Τουρκική λέξη “KULE” , που σημαίνει πύργος , φρούριο και αποτελεί την ονομασία που φέρουν αυτά τα πυργόσπιτα της Τουρκοκρατίας.[Δείτε περισσότερα ΕΔΩ]




Ο Ιερός Ναός του Αγίου Δημητρίου στον Κακόλακκο Πωγωνίου
και το ξυλόγλυπτο τέμπλο που είναι αφιέρωμα των Μποτσαραίων



Απο το Χειρόγραφο του Μάρκου Μπότσαρη που υπάρχει στην Βιβλιοθήκη της Βήσσανης

***



Ο Κακόλακκος σήμερα




***Επιμέλεια Χ.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.