Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2017

Γύρω άπό το κληροδότημα του Ν. Βράγκαλη-Ο ρόλος του αφορεσμού...

Όπως είναι γνωστό, πολλά Ηπειρωτικά κληροδοτήματα δέν έξεπλήρωσαν τόν προορισμό τους σύμφωνα μέ τή θέλησι εκείνων πού τά έδώρησαν καί άλλα δέν έλειτούργησαν καθόλου. Αφορμή δέ πρός τούτο στάθηκαν πολλές φορές, έκτός τής κακής διαχειρίσεως, καί στενοί συγγενείς τών φιλοπάτριδων δωρητών οί όποιοι μέ διάφορες νομιμοφανείς προφάσεις έπενέβαινον άκόμα καί δικαστικώς, προκειμένου νά ώφεληθούν.

Έναν τέτοιο κίνδυνο διέτρεξε καί τό Βησσανιώτικο κληροδότημα του Νικ. Βράγκαλη πού προωρίζετο γιά τήν έξαγορά τής Βησσάνης άπό τούς Τούρκους [βλέπε και ΕΔΩ] δηλ. τήν άποτσιφλικοποίησί της, όπως άφηγείται κατωτέρω ό Κων. Άναστασιάδης. Καί το όποίο έσώθη χάρις στήν έντονη άντίδρασι τών ένδιαφερομένων Βησσανιωτών καί μάλιστα με την άπειλή του άφορισμού έναντίον έκείνων πού ήθελαν νά ώφεληθούν άτομικώς άπ’ αύτό...
Ήταν δέ ό άφορισμός ή άφορεσμός, λησμονημένος σήμερα, έξ ού καί τό «άφορεσμένος» έκκλησιαστική ποινή, πού γιά τά παληά κυρίως χρόνια, έξυπηρετούσε ώς έπί τό πλείστον τήν έννοια του δικαίου, μιά καί δέν ύπήρχε καμιά άλλη άρχή νά ένδιαφερθεί άποτελεσματικά γιά τήν απόδοσί του. Καί άναφέρονται πολυάριθμες περιπτώσεις μυστηριωδών έγκλημάτων, κλοπών κ.ά. πού άπεκαλύφθησαν οί δράσται τους διά του άφορεσμού ή τής απειλής τούτου. Καθώς έπίσης, άλλα περιστατικά ξεκληρίσματος ολοκλήρων οικογενειών ή κακοδαιμονίας αυτών. 
Φόβο καί τρόμο ενέπνεε στούς παληούς χριστιανούς ή άπειλή του άφορισμού, χωρίς μέ τούτο νά έννοούμε οτι δέν ύπήρχαν καί οί έξαιρέσεις. Είδικώτερα, ό άφορεσμένος, άπεκλείετο άπό τήν χριστιανική κοινωνία, δέν ήμπορούσε νά μπαίνει στήν έκκλησία, ούτε νά παρευρίσκεται στις ιεροτελεστίες πού έγίνοντο έξω άπ’ αύτή όπως βαφτίσια, γόμους κ.λ.π.

Τόν Απρίλη του 1911, άφηγείται ό Άναστασιάδης, έπιστρέφοντας άπό τήν Πόλη στό χωριό, πέρασα καί άπό τήν Αθήνα. Έπεσκεύτηκα καί τή σύζυγο του εύεργέτου τής Βησσάνης Νικ. Βράγκαλη, γιά τήν όποία είχαμε μάθει στήν Πόλη, οτι είχε μεταβιβάσει— κακώς— όλόκληρη τήν περιουσία του συζύγου της, τής όποίας ήταν άποκλειστική κληρονόμος, στόν συγχωριανό μας Άθαν. Καλτσουνίδη. Μ’ έδέχτηκε φιλοφρονέστατα καί έγώ τής μετέδωσα χαιρετισμούς καί εύχάς έκ μέρους τής Αδελφότητος. Έν συνεχεία δέ τής έξέφρασα τις άνησυχίες της σχετικά μέ τήν τύχη τής περιουσίας πού προωρίζετο γιά τήν έξαγορά του χωριού κ.λ.π. «Άφηστα μου είπε, έρθε ό Καλ- τσούνης, μ’ έξεγέλασε καί του τάγραψα όλα αύτουνού... Δέν ξέρω πώς βρέθηκα μπόσ’κη καί τόκαμα αύτό... Γιά δέ καί τό χαρτί πού κάναμε...» καί μου έδωκε νά διαβάσω τό συμβόλαιο μετεγγραφής τής περιουσίας στόν Αθανάσιο Καλτσούνη, μετά τόν θάνατό της. Ηταν δέ μετανοημένη καί πολύ στενοχωρημένη...

Τής έζήτησα τότε κόλλα καί καλαμάρι κι άφού τάφερε έκατσα καί έκαμα άντίγραφο του έν λόγω έγγράφου. Φεύγοντας δέ κατόπιν τής είπα, οτι ή Κοινότης Βησσάνης έν συνεργασία μέ τήν Αδελφότητα καί τή δική της συμπαράστασι, θά προσπαθήσει νά άκυρώσει τό έγγραφο πού άδικεί τούς Βησσανιώτες καί είναι άντίθετο μέ τήν έπιθυμία του μακαρίτου συζύγου της.
Μ’ έβεβαίωσε δέ πώς έπιθυμία καί κείνης είναι νά άκυρωθείτό συμβόλαιο τό γρηγορώτερο...
Στή Βήσσανη τότε ζούσαν μέ τή γλυκιά προσμονή όχι μόνον του πότε θάρθει τό ρωμέϊκο, άλλά καί τήν έλπίδα, οτι σύντομα, χάρις στό κληροδότημα του Ν. Βράγκαλη θά έξαγορασθεί τό χωριό άπό τούς Τούρκους. Ετσι δέ ο,τι παρήγε ό τόπος θά ήταν δικό τους καί δέν θάχαν τούς γιμουρτζήδες πού τούς άπομυζουσαν τόν κόπο καί τόν ιδρώτα καί δέν τούς άφηναν νά ζήσουν καί ν’ άναπνεύσουν έλεύθερα. Ό Βράγκαλης παρουσιάζετο στά μάτια του κόσμου σάν έλευθερωτής καί σωτήρας άμεσος, άφού καί ειδική γιορτή είχε καθιερωθεί—κάθε Δευτέρα του Θωμά—στή μνήμη του άειμνήστου εύεργέτου. Καί νά... πού ή παρήγορη αύτή άπαντοχή χάνονταν....

Οταν έπειτα άπό τρεις μέρες έφθασα στό χωριό καί έρθαν οί χωριανοί νά μου πούν τό καλώς ώρισες, έπληροφόρησα τούς ιθύνοντας τά χωριανικά σέ ποιά κατάστασι εύρίσκετο ή ύπόθεσις του κληροδοτήματος, μέ τή γνώμη, οτι δέν φαίνεται τόσο εύκολη ή έξαγορά του χωριού όπως ήλπιζαν, γιατί ή Βραγκαλης είχε μεταγράψει τήν περιουσία στόν Καλτσούνη. Τούς έδειξα δέ καί τούς διάβασα καί τό σχετικό άντίγραφο πού είχα πάρει...

Ή είδησι όπως είναι αυτονόητο ήταν δυσάρεστη καί καθώς διεδόθη στό χωριό, προκάλεσε γενικό μίσος καί άγανάκτησι έναντίον τής οίκογενείας Καλτσούνη. Πάνω δέ άπό διακόσια άτομα κυρίως γυναίκες, πήγαν τήν έπομένη μέρα έν σώματι στό σπίτι του Καλτσούνη μέ άπειλητικές διαθέσεις καί τάβαλαν μέ τήν άδερφή του Θανάση πού ήταν έκεί, τή Φρόσω... Στήν οποία έπέμειναν ιδιαιτέρως, οτι άν δέν χαλάσουν τό έγγραφο θά φροντίσουν νά άφορεστεί ολόκληρη ή οικογένεια Καλτσούνη, γιά τό μεγάλο κακό πού κάνουν στό χωριό...
Η Φρόσω όμως— καλή γυναίκα—τούς καθησύχασε καί τούς είπε πώς θά γράψει στόν άδερφό της καί θά του ζητήσει έν όνόματι τής άδελφικής τους άγάπης, νά πάει στήν Αθήνα καί νά κάμει άκυρη τήν πράξι τής μεταβιβάσεως τής περιουσίας του Βράγκαλη στ’ όνομά του γιά νάποφύγουν τόν άφορεσμό τής οίκογενείας Καλτσούνη καί τις φασαρίες...


Η προτομή του μεγάλου μας ευεργέτη στο χωριό μας

Έπειτα άπό λίγες μέρες, έκλήθη ή Κοινότης σέ γενική συνέλευσι μέ κωδωνωκρουσίες, μαζεύτηκαν δέ όλοι οί άνδρες καί σέ συγκινητική σιγή τούς άνέγνωσα τό σχετικό παραχωρητήριο έγγραφο. ’Επηκολούθησε συζήτησις καί τελικά άπεφασίσθη νά σταλεί έπιστολή στήν Αδελφότητα τής Πόλης μέ άντίγραφο του σχετικού έγγράφου καί τήν παράκλησι, όπως σέ γενική συνέλευσι της καλέσει καί τόν ’Αθαν, Καλτσούνη καί έτσι νά καταστήσει γνωστόν τά τής ύποθέσεως του κληροδοτήματος, τά έπεισόδια στό χωριό καί τή γενική έξέργεσι τών Βησσανιωτών. Επίσης νά του καταστήσει γνωστή τήν άπόφασι τοϋ κοινού του χωριού πρός άφορεσμό τής οίκογενείας Καλτσούνη κ.λ.π., τόν παρακαλέσει δέ νά μεταβεί στήν Αθήνα καί άκυρώσει τό έγγραφο τής μεταγραφής...
Ας σημειωθεί σχετικώς, ότι πρόεδρος τής Αδελφότητος ήταν αύτός ό ίδιος ό Άθαν. Καλτσούνης καί άντιπρόεδρος ό Βασ. Δέρβος, γι’ αύτό καί ή έπιστολή τής Κοινότητος έστάλη στόν τελευταίο, ό όποιος πράγματι συνεκάλεσε τήν γενική συνέλευσι καί συνεμμορφώθη μέ τις ύποδείξεις τής Κοινότητος...

Ετσι, έπειτα άπό μιά έβδομάδα, ό Καλτσούνης, άφου έλαβε έν τώ μεταξύ καί τό γράμμα τής άδελφής τόυ Φρόσως άπό τό χωριό, πού του περιέγραφε μέ τά μελανώτερα χρώματα τήν κατάστασι πού είχε δημιουργηθείέκείέναντίον τών Καλτσουναίων καί τόν φόβο του άφορεσμού έναντίον τους,[1] πήγε στήν Αθήνα καί έπανέφερε τό κληροδότημα στήν κανονική θέσι. Κατέστη έτσι δηλαδή μοναδική κληρονόμος καί πάλι ή σύζυγος του διαθέτου καί έλειτούργησε τούτο σύμφωνα μέ τις θελήσεις του πρός γενική άνακούφισι.[2]

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Η οικογένεια Καλτσούνη ή Καλτσουνίδου ήταν άπό τις διακεκριμένες παληές οικογένειες τής Βήσσανης πού ποικιλοτρόπως συνέτειναν στήν πρόοδο καί τόν εκπολιτισμό τοϋ χωριοϋ τους. Δέν άποκλείεται δέ, έφ’ όσον δέν γνωρίζομε καί τις άπόψεις του άντιδίκου, νά υποθέσομε, οτι ό ’Αθαν. Καλτσούνης νά μή είχε πρόθεσι ίδιοποιήσεως τής περιουσίας Βράγκαλη, άλλά διασφαλίσεώς της καί χρησιμοποιήσεώς της υπό τής Αδελφότητος «Αρετή» τής όποίας έτύγχανε πρόεδρος, πράγμα πού νά έπαρεξηγήθη. Οπως είναι γνωστό, στήν έν λόγω Αδελφότητα οφείλει ή Βήσσανη μέγα μέρος τουεκπολιτισμού της κυρίως μέ τήν ίδρυσι του Παρθεναγωγείου πού είναι καθ' ολοκληρίαν έργον της.

[2] Η ενάρετος καί Αγαθή εκείνη σύζυγος του αειμνήστου ευεργέτου έζη περί τό έτος 1917 στή Βήσσανη πενομένη λόγω πλημμελούς λειτουργίας του κληροδοτήματος κατά τήν περίοδο εκείνη...

Πηγή:Σπύρος Στούπης:"Πωγωνησιακά και Βησσανιώτικα"-Τόμος 2

Διάβασε σχετικά:




ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Χ.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.